Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
φράγδην — indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φράγδην — Α επίρρ. με θωράκιση, με πανοπλία. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φραγ τού φράζω* (ΙΙ) (πρβλ. φράγ μα, φραγ μός) + επιρρμ. κατάλ. δην (πρβλ. τροχά δην)] … Dictionary of Greek